Επιστολές γνωστών ποιητών και πεζογράφων, ίσως και κριτικών, στον Τόλη Νικηφόρου και επιστολές του ίδιου κατά τον μισό σχεδόν αιώνα της λογοτεχνικής πορείας του ως τώρα. Ακόμη, αναγγελίες εκδηλώσεων, περιγραφές, ανέκδοτα, στιγμιότυπα, ό,τι μπορεί να ενδιαφέρει τον αναγνώστη της λογοτεχνίας κατά τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα.


Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018

Μαγεμένη ψυχή

Αμέσως μετά την επιστροφή μας από την Αγγλία εκδόθηκε η συλλογή διηγημάτων μου Αλμπατζάλ ή Πώς βούλωσα τα μεγάφωνα,1971, και άλλες δύο συλλογές διηγημάτων το 1973 και το 1976. Η ποίηση όμως φούσκωνε μέσα μου σαν αγριεμένο ποτάμι και απειλούσε να σπάσει τα φράγματα.Αυτό συνέβη λίγο αργότερα, όταν σε διάστημα τεσσάρων ετών (1979-1982) εκδόθηκαν τέσσερις ποιητικές συλλογές μου, με πρώτη τα Αναρχικά, 1979. Ακόμη και τώρα, περίπου 40 χρόνια αργότερα, τα βρίσκω σε διάφορα ιστολόγια και μου ζητάνε τα Αναρχικά από απίθανα μέρη.

Με τη Σοφία είχαμε γνωριστεί το 1966 και, μετά μια βραδινή κουβέντα, στο πάρκο του Λευκού Πύργου, αποφασίσαμε να ζήσουμε μαζί την περιπέτεια της ζωής. Χωρίς βέβαια να φανταζόμαστε πόσο μεγάλη περιπέτεια αυτή θα ήταν. Ως μία πρώτη δόση, στα πρώτα έξι χρόνια της κοινής μας ζωής αλλάξαμε εφτά σπίτια στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, στο Λονδίνο και πάλι στη Θεσσαλονίκη και κάναμε δυο γάμους στο Λονδίνο, αρχικά πολιτικό και, λίγο πριν γυρίσουμε στην Ελλάδα της δικτατορίας, θρησκευτικό αλλά εξίσου λιτό κι απέριττο.

Η Σοφία ήταν η περίπου ιδανική σύντροφος για μένα. Καλλιεργημένη, προσγειωμένη και δυναμική, με τους γονείς της πολιτικούς πρόσφυγες στη Ρουμανία, είχε περάσει δια πυρός και σιδήρου για να μεγαλώσει και να σπουδάσει. Με σύγχρονες αντιλήψεις για τη ζωή και την κοινωνία, αργότερα καταξιωμένη δικηγόρος, πάντα με μεγάλη αγάπη στη λογοτεχνία. Και ... μαγεμένη. Λάτρευε το μυθιστόρημα του Ρομαίν Ρολλάν Μαγεμένη ψυχή και έτσι ακριβώς την έβλεπα κι εγώ όταν της έγραψα το πρώτο ποίημα από τα πολλά που της έχω αφιερώσει. 

σ' αγάπησα
σε σκονισμένες γειτονιές και εργοστάσια
στην άχρωμη επιφάνεια το μπετόν

πίσω από οδοφράγματα σ' αγάπησα
σε συγκεντρώσεις απεργών
σε διαδηλώσεις φοιτητών
στους διαδρόμους των δικαστηρίων

σε ,μυστικές συνεδριάσεις της νύχτας
είναι γραμμένο τ' όνομά σου
στις προκηρύξεις που μοιράσαμε
στις κόκκινες αφίσες που κολλήσαμε
και στα αρχεία των τμημάτων ασφαλείας

σ' αγάπησα, σύντροφέ μου,
η μαγεμένη σου ψυχή είναι δική μου
η αγωνία μου σου ανήκει

Αντιπροσωπευτικό ποίημα της πρώτης περιόδου μου, που διαβάστηκε σε φεστιβάλ νεολαίας. Μπορεί η «κοινωνική ποίηση» να θεωρείται ότι ανήκει στο παρελθόν, ιδίως μετά από τόσες διαψεύσεις, η μαγεμένη ψυχή είναι όμως πάντα δίπλα μου. Να μου κρατάει και να της κρατάω το χέρι. Σε μεγάλο βαθμό χάρη σ' εκείνη νίκησα την κατάθλιψη και επιβίωσα, εγώ που πίστευα πως, αν δεν αυτοκτονήσω, θα πεθάνω σίγουρα πριν τα πενήντα. Χάρη στη συμπαράστασή της, πραγματοποίησα και το τόσο τολμηρό όνειρο της πρώτης εφηβείας μου, να γράψω ένα ράφι βιβλία. Σε μια σχέση απόλυτα ισότιμη με χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στους λογοτεχνικούς κύκλους «η Σοφία είναι η γυναίκα του Τόλη» ενώ στους κύκλους των νομικών «ο Τόλης είναι ο άντρας της Σοφίας».


Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

Μια κιμωλία στον μαυροπίνακα

                                                 Θόδωρος Παπαγιάννης, Μάθημα στην τάξη





Πολύ παράξενη αίσθηση, ένα αληθινό μυστήριο! Διερωτάσαι πώς μπορεί να σου συμβαίνει κάτι τέτοιο και δεν υπάρχει απάντηση.  Εννοώ  τη λάμψη από το πουθενά, την ξαφνική παρόρμηση να γράψεις, να γράψεις ένα ποίημα, το ποίημα που σύντομα αναδύεται  περίπου αυτούσιο. Χρειάζεται μόνο μια    ματιά, αφαίρεση δυο-τριών περιττών λέξεων, ίσως μια αντιμετάθεση στίχων, κάτι λίγο τέλος  πάντων ανάλογα με   την περίπτωση. 
         Και μένεις με την αίσθηση ότι κάτι ή κάποιος άλλος σου το έχει υπαγορεύσει και ότι εσύ απλώς το καταχώρισες. Μένεις με  την εκφόρτιση και την εξάντληση, λες και τραβούσες κουπί ώρες ολόκληρες, με μια αίσθηση εκπλήρωσης  και πάντα με την  απορία. Την απορία του διάμεσου, του μέντιουμ ! Μα εσύ δεν πιστεύεις σ’   αυτά τα πράγματα,  ή τουλάχιστον δεν πίστευες.
         Έχει προηγηθεί μια άλλη συνειδητοποίηση βέβαια. Ότι όλα όσα διαθέτεις, η κλίση και οι ικανότητες, τα θετικά αλλά και τα αρνητικά στοιχεία, σού έχουν δοθεί. Κάτι σαν χάρισμα, σαν δωρεά, ίσως και τιμωρία. Και ότι τα θετικά σου δόθηκαν με την απαράβατη εντολή να τα καλλιεργήσεις. Να αφοσιωθείς μια ζωή για να τα αναπτύξεις, να τα αξιοποιήσεις και να δικαιώσεις τη φύση, το οτιδήποτε είναι εκείνο  που σου τα χάρισε. Και να κερδίσεις για ανταμοιβή, μια αίσθηση εκπλήρωσης, την αίσθηση ότι δεν δουλεύεις αλλά δημιουργείς εκείνο  στο οποίο είσαι ταγμένος.             Αν, μάλιστα, στην όλη αυτή πορεία, καταφέρεις να κερδίζεις και το ψωμί μου, κάνοντας αυτό που σου   αρέσει, τότε είσαι πραγματικά τυχερός. Η συνέπειά σου ανταμείβεται με την απαλλαγή σου από τη δουλεία του βιοπορισμού.                                                                                                                     
        Όταν λοιπόν αναγνώρισα  αυτή την αλήθεια βαθιά μέσα μου, την υπαρξιακή αυτή αλήθεια, κάθισα ένα βράδυ στη συνηθισμένη θέση μου, στη γωνιά δίπλα στη μεγάλη βιβλιοθήκη κι έγραψα, σαν έτοιμο από καιρό, το παρακάτω ποίημα.

είμαι όσα μου δόθηκαν

είμαι όσα μου δόθηκαν,
μια στάλα κόκκινο στο απέραντο του μπλε,
ένα ελάχιστο κομμάτι από το τίποτα.
ήχους του κάποτε στον άνεμο σκορπίζω,
με το δικό μου όνομα
γράφω για τον δικό σας πόνο,
που ούτε δικός μου είναι ούτε δικός σας.
δεν είμαι εγώ λοιπόν που σας μιλώ,
γιατί εγώ είμαι όσα μου δόθηκαν,
γιατί εγώ δεν ξέρω καν ποιος είμαι.
τώρα απομένει να επιστρέψω
εκεί που κάποτε ξεκίνησα,
να επιστρέψω εκεί που οφείλω
το εγώ που είμαι
και που ποτέ δεν γνώρισα

        Ένα ακόμη αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης αυτής ήταν να εξαλείψει μέσα μου κάθε ίχνος έπαρσης. Και να εντείνει την αίσθηση του χρέους. Αν πιστεύεις ότι σου δόθηκε κάτι παραπάνω, κάτι ιδιαίτερο, τότε είσαι προνομιούχος. Παρά τα όσα υπέφερες στη ζωή. Και οφείλεις αυτό το προνόμιο  όχι μόνο να εργαστείς σκληρά για να το αξιοποιήσεις αλλά και να το κάνεις κοινό κτήμα. Να το μοιράσεις σε όσο περισσότερους μπορείς.   
          Ο προβληματισμός αυτός συνεχίστηκε υποσυνείδητα τα επόμενα χρόνια.  ενώ αναδυόταν  κατά διαστήματα στην επιφάνεια, κυρίως σε ποιήματα. Αυτή η επίδραση,  η καθοδήγηση, δεν μπορεί παρά να είναι ισόβια. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από          αυτό που σου δόθηκε, να ξεφύγεις από αυτό που είσαι. Έτσι  λοιπόν, μερικά χρόνια αργότερα, η ποιητική μου έκφραση έγινε πιο συγκεκριμένη. Μερικά  χρόνια αργότερα, η συνειδητοποίηση ολοκληρώθηκε με το ποίημα «μια κιμωλία στον μαυροπίνακα».


ξαναδιαβάζω τα ποιήματα μου
χρόνια μετά βυθίζομαι στα χρώματα
στη μουσική των λέξεων
έκθαμβος διακρίνω να αναδύονται
γρίφοι και αινίγματα
εκστατικά φωνήεντα
που θέλγεται το άγνωστο να μου υπαγορεύει

κάπως καλύτερα αναγνωρίζω τώρα
αυτά που γράφει ο δάσκαλος στον μαυροπίνακα
μια κιμωλία εγώ που λιώνει αργά
ανάμεσα στα δάχτυλά του

       
         Ολοκληρώθηκε όταν κατάλαβα ότι , μπορεί να μην πίστευα και να μην τηρούσα το τυπικό καμίας θρησκείας, η ποίηση μου όμως ήταν ένθεη. Δεν ξέρω τι είναι θεός. Πώς μπορεί το ελάχιστον να γνωρίσει το μέγιστο; Ξέρω όμως ότι αυτός ο άγνωστος θεός βρίσκεται μέσα μου, Βρισκόταν μέσα μου από την πρώτη στιγμή της ζωής μου. Και ότι έκφρασή του είναι η αγάπη, η οικουμενική, διαχρονική,  ακατάλυτη αγάπη, αυτή που δημιουργεί όλη την τέχνη, λυτρώνει και δικαιώνει τη μάταιη ατομική μας ύπαρξη.



Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Η Λέσχη της Κόκκινης ή Γαλάζιας Αλεπούς







Ήμουν πνιγμένος στη δουλειά με το γράψιμο, τη συμμετοχή μου σε τρεις Λέσχες Ανάγνωσης, την τήρηση τεσσάρων ιστολογίων, τις αναρτήσεις στο facebbook. τις λογοτεχνικές εκδηλώσεις και τις χίλιες δυο άλλες ασχολίες μου, όταν μου κατέβηκε η ιδέα μια Λέσχης Ανάγνωσης της Ποίησης. Όλες οι άλλες, στις οποίες συμμετείχα ή στις οποίες με είχαν καλέσει για να συζητήσουμε κάποιο βιβλίο μου, όλες οι άλλες που ήξερα ανά την Ελλάδα ήταν Λέσχες Ανάγνωσης Μυθιστορήματος, ενίοτε και διηγημάτων. Αυτή η Λέσχη Ανάγνωσης λοιπόν θα ήταν μοναδική ή σχεδόν μοναδική !

Στην αρχή είπα, ωραία ιδέα αλλά ανεφάρμοστη. Αφού δύσκολα προλαβαίνω αυτά  που ήδη κάνω. Και τότε θυμήθηκα το παράδειγμα της αλεπούς, όπως αυτό εκφράζεται από τη λαϊκή παροιμία «η αλεπού στη φωλιά της δεν χωρούσε, έσερνε και τσαλιά (κλαδιά) από πίσω». Κάτι ήξερε η πονηρή αλεπού ! Αποφάσισα λοιπόν να ακολουθήσω το παράδειγμά της. Αρχικά συζήτησα το θέμα με δύο φίλες βιβλιοθηκονόμους, οι οποίες έθεσαν αμέσως τις βιβλιοθήκες τους στη διάθεσή μου ! Το ανέφερα και στην εξαιρετική ποιήτρια και αντιπρόεδρο της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης, Χλόη Κουτσουμπέλη, η οποία τόνισε ότι κάτι τέτοιο θα έπρεπε οπωσδήποτε να γίνει στη Στέγη της Εταιρίας Λογοτεχνών, που είναι και το σπίτι μας. Συμφώνησα μαζί της και άρχισα τις προετοιμασίες.

Η λέσχη επισήμως θα ονομαζόταν Λέσχη Ανάγνωσης της Ποίησης αλλά θα ξέραμε όλοι ότι είναι  Λέσχη της Κόκκινης ή Γαλάζιας Αλεπούς. Γιατί, εκτός από την παροιμία της που ήταν καθοριστική για την υλοποίηση της ιδέας μου, δεν θα γινόταν κανένας απολύτως διαχωρισμός των προς παρουσίαση ποιητών με βάση την ιδεολογική τους τοποθέτηση. Μοναδικό κριτήριο θα ήταν η ποιητική τους αξία ! Κόκκινοι και γαλάζιοι, κομμουνιστές και φασίστες, αριστεροί και δεξιοί, προοδευτικοί και συντηρητικοί, άθεοι και θεοφοβούμενοι θα ήταν ευπρόσδεκτοι, αρκεί να είχαν φτάσει, κατά γενική ομολογία, σε υψηλό επίπεδο ποιητικής έκφρασης.

Θα πουν μερικοί ότι η αλεπού, αν και ποιητικότατη στην εμφάνιση, είναι ένα πλάσμα αιμοβόρο ! Δεν αρκείται σε μία κότα αλλά ξεκληρίζει όλο το κοτέτσι, έτσι και μπει μέσα ! Πολύ σωστά ! Το ίδιο ακριβώς κάνει και η ποίηση. Δεν αρκείται σε έναν εραστή αλλά έχει χιλιάδες, εκατομμύρια ! Απαιτεί μάλιστα ισόβια αφοσίωση από τον καθένα ! Επιπλέον, και η ποίηση τρέφεται με το αίμα μας, το αίμα της καρδιάς μας. Όλη η ποίηση περνάει μέσα από την κοιλάδα των δακρύων και τα ποιήματα γράφονται από τις ανοιχτές πληγές μας, από τα τραύματά μας !

Αρχίσαμε λοιπόν τον πρώτο κύκλο με οχτώ ποιητές της Θεσσαλονίκης (τέσσερις από την γενιά του "30 και τέσσερις από την πρώτη μεταπολεμική) και οχτώ από ξένες χώρες, έναν από τη καθεμία. Οι εκδηλώσεις γίνονται την πρώτη Παρασκευή κάθε μηνός εναλλάξ για Έλληνες και ξένους. Η πρώτη εκδήλωση τον Οκτώβρη του 2017 ήταν για τον Γιώργο Θέμελη. Ακολούθησαν ο Ναζίμ Χικμέτ, η Ζωή Καρέλλη, ο Τ.Σ. Έλιοτ, ο Γ.Θ. Βαφόπουλος, ο Πωλ Ελυάρ, ο Ν.Γ. Πεντζίκης, ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και ο Τάκης Βαρβιτσιώτης (τον Ιούνιο του 2018). Διακόψαμε για το καλοκαίρι και θα συνεχίσουμε τον Οκτώβριο με τη Σύλβια Πλαθ κσι, στη συνέχεια με τον Κλείτο Κύρου, τον Πάνο Θασίτη και τον Μανόλη Αναγνωστάκη και με τους Αντόνιο Ματσάδο, Τσέζαρε Παβέζε και Μπέρτολντ Μπρεχτ !

Οι εκδηλώσεις είναι πλούσιες και σύνθετες και είναι ανοιχτές όχι μόνο στα μέλη αλλά και σε κάθε φίλο της ποίησης. Υπάρχει πάντα μια εισήγηση για τον τιμώμενο ποιητή, ακούγονται μελοποιημένα ποιήματά του, αν υπάρχουν, και προβάλλονται φωτογραφίες τους, ακούγονται αναγνώσεις ποιημάτων του από τον ίδιο ή από ηθοποιούς ενώ μέλη της λέσχης ανάγνωσης διαβάζουν ποιήματα του (στην ξένη γλώσσα και στα ελληνικά ανάλογα με την περίπτωση).  Ακολουθεί η εξιστόρηση τυχόν προσωπικών εμπειριών από τη γνωριμία με τον ποιητή και η εκδήλωση κλείνει με γενική συζήτηση.

Ως τώρα είχαμε τη συμμετοχή 40-70 φίλων της ποίησης και οι εκδηλώσεις θεωρήθηκαν πολύ επιτυχημένες. Καλή δύναμη σε όλους μας για τη συνέχεια.

Σάββατο 2 Ιουνίου 2018

Μαθήματα δημιουργικής γραφής - η ιστορία ενός ποιήματος




Όταν βράδια ατέλειωτα στα εφηβικά σου χρόνια, με μια γυμνή λάμπα να κρέμεται απ’ το ταβάνι, είχες βυθιστεί στα μεγάλα έργα της λογοτεχνίας, όταν στη φαντασία σου ο συγγραφέας, ο ποιητής, ο τεχνίτης του λόγου είχε προσλάβει  τις μυθικές διαστάσεις του αντάρτη που δραπέτευσε από τη μούχλα της μικρής του πόλης για να ταξιδεύσει και να γνωρίσει τον κόσμο, κάνοντας χίλιες δυο δουλειές, για  να δει  και να μάθει,  να ερωτευτεί  και να γράψει για την περιπέτεια της ζωής του, για  τα πάθη και τα λάθη του, όταν και η δική σου ζωή υπήρξε μια απίστευτη περιπέτεια που συνεχίζεται, όταν σε καίνε μέσα σου τα τραύματα, οι διαψεύσεις, όλα όσα  θέλεις να εκφράσεις, να γράψεις,   να κραυγάσεις, ε, τότε είναι λίγο δύσκολο να δεχτείς ότι μπορεί κανείς      να καθίσει σ’ ένα θρανίο  για να του διδάξουν δημιουργική γραφή. Γελάς κιόλας.            
           Άλλα ήταν τα δικά σου πανεπιστήμια και άλλοι δάσκαλοι σου απένειμαν τα δικά σου πτυχία. Και όμως, κατά βάθος αναγνωρίζεις ότι έχουν γραφεί αριστουργήματα από επιφανειακά ήρεμους και απόλυτα υποταγμένους ανθρωπάκους με γραβάτα που έφαγαν τη ζωή τους ξύνοντας μολύβια και γεμίζοντας κατάστιχα σε γκρίζα και σκοτεινά γραφεία. Ή από έγκλειστες στο πατρικό και το οικογενειακό τους κάτεργο που δεν είχαν ξεμυτίσει από τις συμβάσεις του συγκεκριμένου χώρου και του χρόνου.                                               
               Αναγνωρίζεις ότι κάτι έχουν να πουν στους νέους και τους όχι και τόσο νέους, μερικοί από εκείνους που διδάσκουν δημιουργική γραφή, ποιήτριες όπως η Χλόη και η Ευτυχία, πεζογράφοι όπως ο Γιώργος Ρωμανός. Όχι βέβαια να τους μάθουν πώς να γράφουν αλλά  να τους δείξουν δρόμους και τρόπους, να διευρύνουν τους συγγραφικούς τους ορίζοντες, να τους προφυλάξουν από λάθη και κακοτοπιές.  Ακόμη και προβάλλοντας το προσωπικό τους παράδειγμα. Να τους διδάξουν το ασήμαντο έστω, μια και το σημαντικό δεν διδάσκεται. 
         
             Εσύ όμως είσαι εσύ. Ο ατίθασος και ο απροσάρμοστος από τα σχολικά σου χρόνια.  Εσύ ξέρεις τη δική σου αλήθεια και αυτή την αλήθεια μιλάς και γράφεις μια ζωή τώρα. Κάθισες λοιπόν και έγραψες το ποίημα «μαθήματα δημιουργικής γραφής» για την αλήθεια της λογοτεχνίας και κάθε μορφής τέχνης. Για τις κινητήριες δυνάμεις της απώλειας στα παιδικά μας χρόνια, της αθωότητας και της ομορφιάς, του έρωτα. Και για το θάρρος να κοιτάζεις το θηρίο στα μάτια και το πείσμα, την αποφασιστικότητα  να συνεχίσεις στο μονοπάτι αυτό  ως το τέλος της  ζωής σου. Με μοναδική ανταμοιβή την αίσθηση ότι υπήρξες συνεπής, ότι έγινες αυτό που ήσουν ταγμένος να γίνεις.


το πρώτο μάθημα
ονομάζεται απώλεια
που σε σφραγίζει
με πυρωμενο σίδερο
μικρό κι ανυπεράσπιστο

αν είσαι δυνατός κι επιβιώσεις
θα συνεχίσεις τις σπουδές σου
διαβάζοντας βιβλία
μα πάντα ρίχνοντας κλεφτές ματιές
στο νηπιαγωγείο της γειτονιάς
κι στ' ασημένα φύλλα της ελιάς
κάτω από το μπαλκόνι σου

αυτά και ο έρωτας
θα σε οδηγήσουν
και ίσως κάνουν κάποτε
τα ανοιχτά σου τραύματα ν' ανθίσουν

δεν μένει παρά να κοιτάζεις
το θηρίο στα μάτια
καθώς σου πίνει κάθε μέρα το αίμα
στο μονοπάτι προς μια κορυφή
που δεν υπάρχει

Κυριακή 1 Απριλίου 2018

Γυναίκα - η ιστορία ενός ποιήματος




Στα εφηβικά και τα πρώτα νεανικά μου χρόνια, έλεγα κι εγώ τις γνωστές ανοησίες για τις γυναίκες. Αφορισμούς και γενικεύσεις που θα μπορούσαν να ενταχθούν στην προαιώνια διαμάχη των δύο φύλων. Σταδιακά όμως ωρίμασα, γεγονός που επισφραγίστηκε από τη γνωριμία μου με τη Σοφία   και, πολύ σύντομα, από την κοινή μας ζωή. Εκτός από  όλα τα’ άλλα, εκτίμησα βαθύτατα τον αγώνα της να μεγαλώσει και να σπουδάσει εργαζόμενη, με τους γονείς της πολιτικούς πρόσφυγες στη Ρουμανία από τα παιδικά της χρόνια.
         Κάπως έτσι, και με την αίσθηση δικαίου που είχα πάντα έντονη μέσα μου, επήλθε σταδιακά η μεταμόρφωσή μου σε δυναμικό υποστηρικτή των γυναικείων δικαιωμάτων. Συνειδητοποίησα ότι το αρσενικό είχε διαπράξει φοβερά εγκλήματα σε βάρος του θηλυκού και ότι η κατάσταση   αυτή συνεχιζόταν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σε όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου. Ακόμη, ότι η γυναίκα αποτελούσε το μεγαλύτερο αναξιοποίητο δυναμικό. Και άρχισα έμπρακτα να υποστηρίζω την πλήρη ισοτιμία των δύο φύλων στο   κάθε τι.
          Αυτό βέβαια άρχισε από τη πλήρη ισοτιμία στη δική μου σχέση με τη Σοφία. Συνεχίστηκε στον φιλικό μου κύκλο και γενικότερα στην καθημερινή ζωή και, βέβαια, στην επιλογή προσωπικού για λογαριασμό μεγάλων  επιχειρήσεων στην εταιρία μελετών όπου εργαζόμουν. Με αναπόφευκτες τις αντιπαραθέσεις  με μερικά καθαρόαιμα αρσενικά που βρίσκονταν ακόμη σε πρώιμο στάδιο εξέλιξης του είδους.   Ακόμη όμως και   με κάποιες γυναίκες που επέμεναν στον παραδοσιακό ρόλο του φύλου τους. Σε μια φάση κορύφωσης της αγανάκτησής μου, η στάση μου αυτή εκφράστηκε  με το ποίημα «Γυναίκα».      

κάθε μικρή σου υποταγή
μειώνει τη δική μου ελευθερία
εμένα ταπεινώνει
κάθε χαμένο σου δικαίωμα
πληγώνει τη δική μου αξιοπρέπεια
κάθε παραπανίσιο σου φορτίο
έχει σε μένα ρίζες προγονικές
κάθε σε βάρος σου αδικία
είναι μια στυγερή κλοπή
απ' τοπαγκάρι της δικής μου εκκλησίας
κι όταν εσύ λιποψυχείς
εγώ είμαι ο αληθινός προδότης

στέκεσαι δίπλα μου
στο σπίτι, στη δουλειά ή στο οδόφραγμα
και με τα ίδια μάτια
ελεύθερα ατενίζουμε τον ήλιο
περήφανοι
ασυμβίβαστοι
ωραίοι μέσα στα τόσα ελαττώματά μας
εμείς που η φύση έταξε σε σάρκα μία

                        
           Το ποίημα αυτό αγαπήθηκε από πολλές γυναίκες και από πολύ λιγότερους άνδρες. Εγώ πάντως το αναρτώ στις 8 του Μάρτη κάθε χρόνο στον τοίχο μου στο facebook και στις θεματικές ανθολογίες Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται. Πριν μερικά χρόνια το βρήκα στη ύλη των εξετάσεων της τρίτης λυκείου. Και σκέφτηκα ότι όλοι μας δίνουμε εξετάσεις κάθε μέρα και ώρα της ζωής μας. Είναι ωραίο καμιά φορά να παίρνουμε καλό βαθμό, έστω και στο θέατρο αυτό του παραλόγου.