Επιστολές γνωστών ποιητών και πεζογράφων, ίσως και κριτικών, στον Τόλη Νικηφόρου και επιστολές του ίδιου κατά τον μισό σχεδόν αιώνα της λογοτεχνικής πορείας του ως τώρα. Ακόμη, αναγγελίες εκδηλώσεων, περιγραφές, ανέκδοτα, στιγμιότυπα, ό,τι μπορεί να ενδιαφέρει τον αναγνώστη της λογοτεχνίας κατά τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα.


Δευτέρα 20 Ιουνίου 2016

Τάκης Βαρβιτσιώτης (1916 - 2011)





Ο Τάκης Βαρβιτσιώτης ήταν Έλληνας ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ήταν «βαθύς γνώστης της λυρικής τέχνης[...], ποιητής Ευρωπαίος, που του αξίζει ο έπαινος όχι μόνο της ιδιαίτερης του πατρίδας αλλά των καλλιεργημένων ανθρώπων όλου του κόσμου», σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη.
Γεννήθηκε το 1916 στη Θεσσαλονίκη, όπου και διέμενε από τότε. Σπούδασε νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το 1940 διορίστηκε δικηγόρος, έμεινε όμως αφιερωμένος αποκλειστικά στην ποίηση
Και το πιο σημαντικό για μένα, ο Τάκης Βαρβιτσιώτης ήταν φίλος μου. Και ήταν ένα δώρο στην ποίηση. Παραθέτω ένα απόσπασμα από το εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του Ο διάπλους του καθέφτη, 2008, Σημειώσεις για την ποίηση.


Η ποίηση εκπορεύεται από την ενόραση, η επιστήμη βασίζεται στην επαλήθευση των φυσικών φαινομένων, αλλά και οι δύο είναι θαυμαστές μορφές της ανθρώπινης γνώσης. Και ας εκτιμήσουμε ακόμα όσα είπε για την ποιητική εμπειρία μ’ έναν έξοχο τρόπο ένας διαπρεπής δημιουργός, ο Octavio Paz. «Η ποιητική εμπειρία όπως και η θρησκευτική είναι ένα πήδημα θανάτου, μια φυσική μεταβολή που είναι επίσης μια επάνοδος στην καταγωγική μας φύση. Κάθε γλωσσική περιπέτεια παρουσιάζει ένα χαρακτήρα καθολικό, ο άνθρωπος ολόκληρος παίζει τη ζωή του σ’ ένα μόνο λόγο. Η ποίηση είναι ένα επικίνδυνο άλμα ή δεν είναι τίποτα. Είπαν πως η ποίηση είναι ένα μέσο που διαθέτει ο άνθρωπος για να πει όχι σε όλες τις εξουσίες που, καθώς δεν είναι ικανοποιημένες με το να διαθέτουν τη ζωή μας, θέλουν επίσης να καθυποτάξουν τη συνείδησή μας».

«Αφοσιωμένος λοιπόν ο ποιητής σε μια παρόμοια εμπειρία, ταυτόσημη με την παλίρροια του όντος», για να επικαλεστώ πάλι τον Octavio Paz, σε μια τέτοια γνωστική περιπέτεια μέσα σ’ έναν τόσο παγερό και αφιλόξενο κόσμο, προσπαθεί ν’ αντλήσει από τα βάθη του εαυτού του, να ανακαλύψει μέσα του τους τρόπους για να ζήσει και να αναπνεύσει και επομένως η οποιαδήποτε έκφρασή του δεν μπορεί να απεικονίζει παρά την αγωνία ενός ανθρώπου που αγωνίζεται να σπάσει το τζάμι του στενού κελιού όπου τον έχουν φυλακίσει για να μην πεθάνει από ασφυξία. Ο Andre Gide προσδιόρισε περίφημα αυτό το τραγικό αδιέξοδο της τέχνης και της ποίησης στην εποχή μας: «η τέχνη», γράφει «αρχίζει εκεί όπου η ζωή δεν επαρκεί πια να εκφράσει τη ζωή …Σ’ αυτούς τους απελπιστικούς καιρούς είναι λιγότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά, ένα επάγγελμα, μια τέρψη, ένα βίτσιο…Ακόμη λιγότερο μια κοινωνική εξυπηρέτηση. Είναι ένας τρόπος ύπαρξης, μια απόπειρα να αναπνεύσει κανείς μέσα σ’ έναν αποπνικτικό κόσμο».